Έχεις δίκιο να τα έχεις χάσει.
Να μην καταλαβαίνεις τι γίνεται και κυρίως, πώς θα βγεις από τη λούμπα, βλέποντας, μία μετά την άλλη, τις ελπίδες σου να διαψεύδονται.
Έχεις φτωχύνει, επιβιώνεις αντί να ζεις και έχεις κουραστεί να ψάχνεις ποιος φταίει και γιατί.
Θέλεις μονάχα να τελειώσει όλο αυτό το πράγμα.
Και έχεις βρεθεί σε τέτοιο αδιέξοδο, σε τέτοια κρίση πανικού, που θες να τελειώσει αυτό τώρα. Όχι αύριο, μεθαύριο, αλλά τώρα.
Σαν παιδί.
Ναι, σαν παιδί, αρνείσαι μια πραγματικότητα που σε πληγώνει και απαιτείς να τελειώσει ο εφιάλτης τώρα, εμπιστευόμενος όλους εκείνους που θα στο υποσχεθούν.
Σταμάτα.
Πρέπει να πάψεις να ονειροβατείς, να βγεις από τον λήθαργο που έχεις παγιδευτεί.
Πρέπει να ξυπνήσεις.
Σου φωνάζω και δεν μπορείς να με ακούσεις.
Πρέπει όμως να προσπαθήσεις.
Η φωνή μου δεν φτάνει καθαρά, ίσα-ίσα που μπορείς να τη διακρίνεις.
Μιλάω όσο πιο δυνατά μπορώ, δεν μπορώ όμως να φωνάξω, μη σε τρομάξω και γυρίσεις από την άλλη.
Πρέπει να ακούσεις λίγο καλύτερα.
Ναι, σταμάτα να μιλάς και άκου λίγο καλύτερα.
Άκου με.
Έκανες λάθος. Έτσι απλά.
Δεν έγινε και τίποτα.
Πάμε παρακάτω.
Κι αν δεν ξέρεις τον δρόμο, άσε με να σε πάω εγώ.
Δεν είμαι καλύτερος από σένα, ίσως λίγο πιο τυχερός, μπορεί ούτε καν αυτό και νά ‘ναι απλά η σειρά μου να προτείνω τον δρόμο.
Είμαι το ίδιο με εσένα, μην ακούς αυτούς που βάζουν νεκρές ιδεολογίες ανάμεσά μας για να μας χωρίσουν. Ονειρεύομαι τα ίδια με εσένα, φοβάμαι τα ίδια με εσένα, χαίρομαι και λυπάμαι το ίδιο με εσένα.
Κι είναι η σειρά μου να σε πάω εκεί που νομίζω πως είναι το καλύτερο.
Πού ξέρεις, μπορεί και νά ‘χω δίκιο.
Μα ακόμη κι αν δεν είναι έτσι, θά ‘μαστε πια μαζί.
Κι είναι μεγάλο πράγμα αυτό.