Το τέλος του παραμυθιού

Ποιος άραγε λέει όχι στα παραμύθια; Πόσο μάλλον όταν τα βλέπει μπροστά στα ίδια του τα μάτια, ζωντάνα, με όμορφους, ευθυτενείς νέους, να παντρεύονται από έρωτα και τη μεγάλη οικογένειά τους από όλη την Ευρώπη να προστρέχει με χαρά.

Κανείς σίγουρα, πόσο μάλλον όταν τέτοια όμορφα παραμύθια αφηγούνταν εκατοντάδες χρόνια σε όλη την Ευρώπη έως και σήμερα, παρόλο που οι πραγματικοί βασιλιάδες, αυτοί με την αληθινή δύναμη έχουν χαθεί εδώ και καιρό.

Έτσι λοιπόν και στην Ελλάδα, κάπου διακόσια χρόνια πριν, κάποιοι άφησαν το βιβλίο του δικού μας παραμυθιού, κανείς δεν ξέρει πού ακριβώς, ίσως στα Προπύλαια, ίσως στη Μητρόπολη, ίσως στη Βουλή ή ακόμη και στην ίδια την απελευθερωμένη Ακρόπολή μας, έναν χρυσόδετο τόμο, με τις καλύτερες ευχές των Εγγυητριών Δυνάμεών μας και ένα όνομα στην πρώτη εσωτερική σελίδα… Όθων.

Από τότε οι σελίδες ξεκίνησαν να γράφονται, άλλοτε στα γερμανικά, στα ελληνικά, άλλοτε ανορθόγραφα, άλλοτε με χρυσά γράμματα κι άλλοτε με αίμα και το βιβλίο γέμιζε.

Εκείνη τη μέρα, 130 περίπου χρόνια αργότερα, το πριγκηπόπουλο που έγινε πρόωρα βασιλιάς, θα παντρευόταν την αγαπημένη του για να συνεχίσει στον δρόμο των προγόνων του.

Κι ήταν ένα παιδί αγαπητό στον λαό, με όλα να δείχνουν πως μια ακόμη σελίδα, μάλλον αναίμακτη και αρκετά λαμπερή ετοιμαζόταν να γραφτεί.

Τα παραμύθια όμως, τουλάχιστον τα δυνατά, εκείνα που πραγματικά σε συγκινούν, δεν μπορούν παρά να μη στερούνται από την κακιά Βασίλισσα. Και το δικό μας παραμύθι έμελλε να είναι ακριβώς αυτό, ένα συναρπαστικό παραμύθι.

Στο δικό μας βιβλίο, κάπου εκεί, εμφανίστηκε το όνομά της, μερικές σελίδες πριν τον γάμο των δυο νέων. Φρειδερίκη, κι ήταν τόσο κακή, που ο λαός που τη μισούσε την αποκαλούσε Φρίκη.

Γιατί ήταν πονηρή, ραδιούργα και άπληστη. Στον Δεύτερο Μεγάλο Πόλεμο κι ακόμη πιο πριν, ήταν με τους Κακούς, εκείνους που μισούσαν όλους τους άλλους, κι όταν θα τελείωνε κι εκείνοι θα έχαναν, συνέχιζε να υποστηρίζει τις απόψεις τους. Έκανε μάλιστα και μεγάλα σπίτια που μάζευε παρατημένα παιδιά, τα λέγανε Παιδούπολεις, για να τα μαθαίνει αυτά που νομίζει αυτή κι όχι οι γονείς τους, που τους είχε διώξει μακριά.

Και κάποιοι λένε πως μια μέρα, ζήτησε από τους υπηρέτες της να σκοτώσουν έναν πολύ καλό άνθρωπο σε μια άλλη μεγάλη πόλη, γιατί απλά δεν της άρεσαν αυτά που έλεγε.

Η Φρειδερίκη ήταν παντρεμένη με τον Παύλο, έναν άνθρωπο που σίγουρα δεν ήταν κακός όπως εκείνη κι αυτό κάπως μετρίαζε τα πράγματα.

Όταν όμως ο Βασιλιάς εκείνος πέθανε, έμεινε αυτή και ο γιος της στον θρόνο της χώρας.

Ο γιος της που, όπως λέγαμε, θα παντρευόταν την όμορφη κοπέλλα, που ο λαός αγαπούσε.

Κι έτσι λοιπόν έγινε κι ήταν λαμπρός γάμος. Με τους καλύτερους οιωνούς για πολλούς.

Η Βασίλισσα Φρίκη όμως, που μισούσε τον Λαό και τους αντιπροσώπους του, είχε άλλα σχέδια.

Κι έτσι ξεκίνησε να βάζει στο αυτί του γιου της, του νέου Βασιλιά, λόγια και ψέμματα για τους γύρω του.

Κι ο Λαός δυσανασχετούσε και η χώρα αγκομαχούσε, μέχρι μια μέρα που τα πράγματα έγιναν ακόμη χειρότερα, όταν ο Καλός Βασιλιάς έδιωξε από το Παλάτι τον αγαπημένο του Λαού, τον Κύριο Ανεμόμυλο, με λόγια βαριά και απρεπή.

Τον Κύριο Ανεμόμυλο που κι ίδιος ο Βασιλιάς σεβόταν, μα η Μητέρα Βασίλισσα Φρίκη του είχε ανακατέψει το μυαλό για να τον θεωρεί εχθρό του και επικίνδυνο για την ίδια τη χώρα.

Και εκείνο δεν ήταν και πολύ κοφτερό μυαλό για να καταλάβει καλύτερα, για να πει κανείς την αλήθεια. Ακόμη όμως και να ήταν, πόσοι από εμάς, στα παραμύθια ή στα αλήθεια, μπορούμε να αμφισβητήσουμε την πρόθεση των λόγων αυτού που μας γέννησε. Σίγουρα λίγοι.

Ο Κύριος Ανεμόμυλος έφυγε ταπεινωμένος λοιπόν κι ο Λαός αρχισε να αγανακτεί πραγματικά.

Kι η χώρα ολόκληρη, από εκεί που αγκομαχούσε, είχε πλέον παραλύσει εντελώς.

Τότε κάποιοι άρχισαν να σκέφτονται πως ίσως αυτή να είναι, μια ακόμη, στιγμή που απαιτείται να προστατευτεί ο Λαός από τον ίδιο του τον εαυτό.

Πώς γίνεται αυτό; Μα όταν ο Λαός δεν χρειάζεται να αποφασίσει πια για τον εαυτό του, παύοντας να διαλέγει τους αγαπημένους του για να τον εκπροσωπούν.

Κάποιοι λένε πως κι ο Βασιλιάς, δηλαδή περισσότερο η Μητέρα Βασίλισσα Φρίκη συμφωνούσαν κι ετοιμάζονταν να το αποτολμήσουν.

Ψέμματα ή αλήθεια δεν έχει πια σημασία, καθώς η μέρα αυτή τελικά έφτασε, με τους δρόμους να γεμίζουν με στρατιώτες που είχαν εντολές από κάποιους άλλους που είχαν την ίδια ιδέα να κλείσουν τη Βουλή, εκεί που οι αγαπημένοι του Λαού αποφάσιζαν για εκείνον.

Και όσο οι στρατιώτες και τα τανκς βρίσκονταν στους δρόμους, φοβίζοντας τον Λαό, οι Κακοί Αρχηγοί τους πήγαν στο παλάτι για να δουν τον Βασιλιά.

Τον Καλό Βασιλιά, που ο Λαός ακόμη αγαπούσε, σίγουρα πολύ περισσότερο από τη Μητέρα Βασίλισσα Φρίκη, πόσο μάλλον εκείνους.

Τον ρώτησαν λοιπόν, »Καλέ Βασιλιά, είσαι μαζί μας ή εναντίον μας;». Κι εκείνος δεν απάντησε, αλλά τους είπε απρόθυμα, »Είστε αυτοί που πια θα κυβερνάτε το Κράτος».

Κι ο Λαός απελπίστηκε, καθώς τίποτα πια δεν μπορούσε να τους σταματήσει.

Κάποια στιγμή και ο ίδιος ο Βασιλιάς αναγκάστηκε να εγκατελείψει την αγαπημένη του χώρα σε αυτούς τους ανθρώπους και να φύγει μακριά.

Και τα χρόνια περνούσαν, 7 όπως σε όλα τα μεγάλα παραμύθια και κάποια μέρα οι Κακοί έφυγαν.

Κι ο Λαός έπρεπε να αποφασίσει πώς θα προχωρήσει μετά το μεγάλο κακό.

Κάλεσε λοιπόν στην αρχή τους εκλεκτούς του και τους υποδέχτηκε με χαρές και αληθινή ελπίδα πως όλα πια θα γίνονταν όχι απλά όπως πριν, μα ακόμη καλύτερα.

Κι ο Βασιλιάς περίμενε να γυρίσει κι εκείνος.

Μα κανείς δεν τον καλούσε ανοιχτά, κανείς δεν φώναζε για εκείνον, γιατί δεν ήταν πια ο αγαπημένος τους, καθώς πολλοί δεν μπορούσαν να ξεχάσουν ότι δεν τους υπερασπίστηκε απέναντι στους Κακούς.

Έτσι λοιπόν, αποφάσισαν να ψηφίσουν.

Και αυτό το όμορφο ζευγάρι, που μόλις δέκα χρόνια πριν γοήτευε τον Λαό με τους γάμους του, δεν του έμελλε να γυρίσει πίσω, τουλάχιστον έτσι όπως θα ήθελε, ως το αγαπημένο του Λαού.

Αυτή ήταν και η τελευταία σελίδα του παραμυθιού, 144 χρόνια μετά, γράφοντας για έναν όμορφο, αγαπητό πρίγκηπα που δεν κατάφερε ποτέ να γίνει ο Βασιλιάς που χρειαζόταν, όταν ο Λαός του το ζήτησε.

Καλό ταξίδι Κωνσταντίνε, η Ιστορία δυστυχώς σε δοκίμασε πέρα από τις δυνάμεις σου κι έμελλε να είσαι εσύ αυτός που θα έκλεινε το βιβλίο τον προγόνων σου.

Μην ανησυχείς όμως, η χώρα που όλοι ξέρουμε πως αγάπησες, έστω με τον δικό σου, »βασιλικό» τρόπο, προχώρησε μπροστά και είναι πια μια πολύ καλύτερη χώρα από πριν κι ελπίζω αυτό να ήταν κι τελευταία σου σκέψη, πριν το μεγάλο σου ταξίδι.

Πως το δικό σου λάθος έκανε τελικά καλό σε όλους εμάς.

Advertisement

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s