Αυτός ο άνθρωπος είχε ένα χάρισμα μοναδικό. Ένα ζευγάρι μάτια καθηλωτικά, όσο και καλοσυνάτα, που σε καλωσόριζαν από την πρώτη στιγμή, άκριτα και γενναιόδωρα,για να σου δείξουν τον δρόμο για τα βάθη της ψυχής του. Μπορούσε να γυρίσει ολόκληρη ταινία χωρίς να χρειαστεί να κουνηθεί, απλά κοιτώντας την κάμερα. Σαν ένα ζαβολιάρικο παιδί, παιδί που έχει δει πολλά, καλά αλλά και άσχημα, μα θέλει να συνεχίσει να παίζει. Πάσει θυσία και μέχρι την τελευταία μέρα.
Για αυτό υπήρξε μεγάλος, για όλα αυτά που μπόρεσε να πει χωρίς να χρειαστεί να αρθρώσει λέξη.
Για μια ζωή γλυκόπικρη με τις δυσκολίες της, που ποτέ δεν έπαψε να αξίζει η κάθε της στιγμή.
Για ανθρώπους με μεγάλα πάθη και ελαττώματα, στα περιθώρια της κοινωνίας για όλους τους σωστούς και λάθος λόγους.
Για αντιήρωες, που φοβούνταν να τα βάλουν με τον ίδιο τους τον εαυτό κι έψαχναν τρόπους να φέρουν την αλήθεια στα μέτρα τους, με τρόπο πάντα τόσο κωμικό, όσο και τραγικό.
Ο άνθρωπος αυτός μας άνοιξε την πόρτα, μας πήρε από το χέρι και μας έβαλε στο Εργοστάσιο Σοκολάτας της ψυχής του, αφήνοντάς μας να παίξουμε εκεί με ό,τι θέλουμε, όσο θέλουμε και με τους δικούς μας κανόνες.
Κι αν είχαμε τελικά την τύχη να τον δούμε για μια φορά κι από κοντά, είναι σίγουρο πως δεν θά ‘κανε τίποτε άλλο από το να μας χαμογελάσει σαν μεγάλος αδελφός, να μας πιάσει ζεστά από τον ώμο και να μας πει: ‘’Ξέρεις κάτι; Μην αλλάζεις για κανένα, η ζωή είναι μοναδική και τόσο υπέροχη, για να τη ζεις για λογαριασμό άλλων. Προχώρα και είμαι μαζί σου…’’ ή αλλιώς:
»We are the music makers, and we are the dreamers of dreams.»
Προχωράμε Gene, αλλά μας λείπεις ήδη ρε συ, καλό ταξίδι και τα λέμε απέναντι.