Στις λακκούβες

Κυριακή απόγευμα με τον κολλητό λοιπόν, στον δρόμο για το κλειστό του μπάσκετ που έπαιζε τελικό η ομάδα.

Κανά δεκάλεπτο πριν φτάσουμε, ξεκινά μια μπόρα χωρίς προηγούμενο.

Φτάνοντας στον περιβάλλοντα χώρο του ΟΑΚΑ, τα πράγματα έγιναν πια εξωπραγματικά, με τον αέρα να φυσά… μεσοπέλαγα και τα παπούτσια να βρίσκονται μόνιμα μέσα στο νερό, διασχίζοντας ρυάκια και ποτάμια λάσπης.

Η αλήθεια είναι πως ήταν τόσο ισχυρό το φαινόμενο, καιρού και…κατασκευαστικών κακοτεχνιών, που περισσότερο το χάζευες παρά σε ενοχλούσε, όσο κι αν το παντελόνι είχε γίνει κολάν επάνω σου.

100 μέτρα πριν τη…νησίδα του γηπέδου μπάσκετ, καθώς χοροπηδούσα σαν βρεγμένο κατσίκι μπας και γλυτώσω καμιά λακκούβα, είδα το αριστερό μου πόδι να προσγειώνεται δίπλα σε κάτι που κινείται.

Ένα σαμιαμιδάκι ανάσκελα, αναδευόταν σπασμωδικά μήπως γυρίσει και δεν πνιγεί.

Μέσα στην κακομοιριά μου κι εγώ, έσκυψα και άπλωσα το χέρι μήπως το μαζέψω.

Εκείνο, δεν χρειάστηκε άλλη ευκαιρία, προσκολλήθηκε με τη μία στην παλάμη μου και έμεινε απόλυτα ακίνητο στο κέντρο της.

Ένα λεπτό αργότερα ήμουν στα στεγνά μαζί με τον κολλητό που είχε μερικά μέτρα προβάδισμα και σαν παιδάκι του ζήτησα να με βγάλει φωτογραφία, ακουμπώντας το φιλαράκι μου πάνω στο αδιάβροχο.

Πήραμε μια ανάσα και ετοιμαστήκαμε για τον έλεγχο εισιτηρίων, οπότε και το άφησα με πολύ προσοχή σε ένα πεζουλάκι και… χαιρετηθήκαμε.

Για την ευτυχία μου, ευτυχώς υπάρχει το φωτογραφικό τεκμήριο, γλυτώνοντας από όλους μας τις πρώτες 1000 λέξεις.

Γιατί περίσσεψαν μερικές ακόμη, που ήταν κι ο λόγος για να γράψω.

Είναι τεράστιο πράγμα η ζωή, μοναδικό, το μόνο που έχουμε.

Κι είναι υπέρτατο να καταφέρνεις να φτιάξεις μία, κάτι που πρόσφατα μου συνέβη και ευγνωμωνώ την τύχη μου γι’ αυτό.

Μα να σώζεις το οτιδήποτε, να το βοηθάς έστω να βγάλει μια μέρα παραπάνω, σε κάνει να αισθάνεσαι πραγματικά σπουδαίος, πως καμιά φορά κι εσύ αξιώνεσαι σε καλός άνθρωπος ρε παιδί μου.

Έστω για αυτό το ένα χιλιοστό του δευτερολέπτου, όσο χρειάστηκε για να περάσουν μέσα από τα πατουσάκια του στη δική μου παλάμη εκείνες οι, αναπόδεικτες μα και αναμφίβολα παρούσες, μικροδονήσεις ανακούφισης, εμπιστοσύνης, ελπίδας.

Να σώζεις και να σώζεσαι, από τα ασήμαντα στα πιο σημαντικά, ενστικτωδώς, χωρίς δεύτερη σκέψη.

Να ακουμπάς την ύπαρξή σου σε μια άλλη, να ενώνονται οι γραμμές τους, έστω για αυτό το τόσο λίγο.

Να κάνεις την απελπισία αγκαλιά, παρηγοριά, ελπίδα.

Μπήκαμε μέσα για να δούμε το παιχνίδι.

Και πώς να το πω, είχε απλώσει η στιγμή μου, πιάνοντας από τη μια άκρη μου στην άλλη κι από κάτω μέχρι ψηλά.

Ένιωθα πλήρης, ολόκληρος, σωστός, σε αρμονία με τα πράγματα γύρω μου, απλωμένος ολότελα στο τώρα, στο σύμπαν των εμπειριών που με κύκλωναν.

Θα πει κανείς, μα είναι δυνατόν ένα σαμιαμίδι να τα κάνει όλα αυτά;

Μπορεί σε μερικούς ναι, σε άλλους πάλι όχι, ίσως όμως είναι καιρός να το μάθει κανείς.

Το μόνο που χρειάζεται είναι μια στα τόσα να κοιτάει και στα χαμηλά, εκεί, στις λακκουβίτσες, λίγο περισσοτερο εκείνες τις μέρες που βρέχει.

Advertisement

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Στις λακκούβες

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s